Συνεχίζονται οι πρωτοφανείς και πρωτόγνωρες
συγκρούσεις στους κόλπους...
των δικαστικών Ενώσεων
και των
συνδικαλιστών δικαστών για την επίμαχη
διάταξη που έχει περιληφθεί στο νόμο για την επέκταση του σύμφωνου
ελεύθερης συμβίωσης και
επιτρέπει τη χρήση παρανόμως αποκτηθέντων
αποδεικτικών μέσων (λίστες φοροφυγάδων, καταθετών στο εξωτερικό, κ.λπ.)
που έχει συλλεγεί με παράνομο τρόπο σε υποθέσεις οικονομικών και
φορολογικών εγκλημάτων (σκάνδαλα διαφθοράς). Δηλαδή, η νέα νομοθετική ρύθμιση (άρθρο
65 του Ν. 4356/2015) επιτρέπει
την ελεύθερη κυκλοφορία άγνωστης προελεύσεως λιστών με ονόματα, κατά
κανόνα φερομένων ως φοροφυγάδων, οι οποίες θα αξιοποιούνται αδιακρίτως
για την απόδειξη οικονομικών εγκλημάτων. Διαχρονικά η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος σε ανακοίνωσή της εξέφρασε την
αντίθεσή της στην επίχαμη ρύθμιση και επισήμανε ότι πρόκειται περί
αμφιβόλου συνταγματικότητας διάταξη. Η ανακοίνωση αυτή, αλλά και προσωπικά ο πρόεδρος Ένωσης Εισαγγελέων
Ελλάδος της Κωνσταντίνος Τζαβέλλας και ο γενικός γραμματέας Δημήτριος
Ζημιανίτης,
δέχθηκαν τα
σκληρά πυρά τόσο του υπουργού, όσο και του
αναπληρωτή υπουργού Δικαιοσύνης Νικολάου Παρασκευόπουλου και Δημήτρη
Παπαγγελόπουλου, αντίστοιχα. Ταυτόχρονα, 5 μέλη
του Διοικητικού Συμβουλίου της
εν λόγω Ένωσης
παραιτήθηκαν, λίγες μέρες πριν την διεξαγωγή των εκλογών για την
ανάδειξη νέου Δ.Σ. Οι 5 που παραιτήθηκαν είναι ο αντιπρόεδρος Παρασκευάς
Αδάμης, ο
αναπληρωτής γενικός γραμματέας Γεώργιος
Νούλης, ο ταμίας Ιωάννης
Παναγόπουλος και τα μέλη Ευθυμία Σωτηροπούλου και Αντώνιος
Παπαματθαίου. Στην συνέχεια η Ένωση Δικαστών Εισαγγελέων εξέδωσε εκτενέστατη
ανακοίνωση με την
οποία τάχθηκε απερίφραστα υπέρ της συνταγματικότητας
της επίμαχη ρύθμισης.
Ενδεικτικό, του αρνητικού πρωτοφανούς κλίματος στους κόλπους των
δικαστικών Ενώσεων είναι ότι η
Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων στην
ανακοίνωσή της
χαρακτηρίζει τους 5
εισαγγελείς οι οποίοι παραιτήθηκαν από το Δ.Σ. της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος «εξαίρετους» εισαγγελικούς
λειτουργούς. Την ανακοίνωση της
Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων
υπογράφουν 12
από 15 μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της. Δεν υπέγραψαν την εν λόγω ανακοίνωση
οι Παναγιώτης Λυμπερόπουλος
Εφέτης), Χριστόφορος Σεβαστίδης
(πρόεδρος Πρωτοδικών) και Χαράλαμπος
Σεβαστίδης (πρόεδρος Πρωτοδίκης). Δεν πρέπει να παραληφθεί ότι ο δικηγορικός κόσμος δια του προέδρου της
Ολομέλειας των Δικηγορικών Συλλόγων της χώρας Βασίλη Αλεξανδρή, τάχθηκε
υπέρ της αντισυνταγματικότητας της επίμαχης διάταξης, ενώ τάχθηκε στο
πλευρό του πρόεδρου και γενικού γραμματέας της
Ένωσης Εισαγγελέων
Ελλάδος. Τα νέα πρόσωπα στην
Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος Τα 5 από τα
9 μέλη
της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος που παραιτήθηκαν
αντικαταστάθηκαν προσωρινά μέχρι τις εκλογές του ερχόμενου Φεβρουαρίου
14
και
28 Φεβρουαρίου 2016) που θα αναδειχθεί νέο Διοικητικό
Συμβούλιο. Έτσι, η σύνθεση του νέου Δ.Σ. της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος έχει ως εξής:
Πρόεδρος: Κωνσταντίνος Τζαβέλλας, αντεισαγγελέας Εφετών.
Αντιπρόεδρος: Ευσταθία Καπαγιάννη, αντεισαγγελέας Εφετών.
Γενικός γραμματέας: Δημήτριος Ζημιανίτης, αντεισαγγελέας Εφετών.
Αν. γενικός γραμματέας: Αλεξάνδρα Πίσχοινα, εισαγγελέας Πρωτοδικών.
Ταμίας: Θεοδώρα Μπότσα, εισαγγελέας Πρωτοδικών.
Μέλη: Ανδρέας Κατεβάτης
αντεισαγγελέας Εφετών, Μαρία Πολιτάκη
εισαγγελέας Πρωτοδικών, Γεώργιος Δούβας
εισαγγελέας Πρωτοδικών και
Χαράλαμπος Μαστοραντωνάκης αντεισαγγελέας Πρωτοδικών. Εκλογές στην
Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος Παράλληλα, η Ένωση
Εισαγγελέων Ελλάδος ανακοίνωσε τα ονόματα των
υποψηφίων μελών και της εξελεγκτικής επιτροπής, οι οποίοι θα κατέλθουν
στις προσεχείς εκλογές της Ένωσης, που θα διεξαχθούν 14
και
28
Φεβρουαρίου 2016. Ειδικότερα, υποψήφιοι για το Δ.Σ. είναι οι:
ΑΔΑΜΗΣ Παρασκευάς (Πάρης), Εισαγγελέας Πρωτοδικών,
ΑΣΠΡΟΓΕΡΑΚΑΣ Δημήτριος, Εισαγγελέας Εφετών,
ΔΟΥΒΑΣ Γεώργιος, Εισαγγελέας Πρωτοδικών,
ΕΠΙΓΑΡΙΔΟΥ Θεοδούλη, Αντεισαγγελέας Πρωτοδικών,
ΖΗΜΙΑΝΙΤΗΣ Δημήτριος, Αντεισαγγελέας Εφετών,
ΚΑΛΛΙΔΗΣ Νικόλαος, Αντεισαγγελέας Εφετών,
ΚΑΤΕΒΑΤΗΣ Ανδρέας, Αντεισαγγελέας Εφετών,
ΛΑΛΛΗ Ροζαλία, Αντεισαγγελέας Πρωτοδικών,
ΜΗΤΡΟΥΛΙΑΣ, Δημήτριος Αντεισαγγελέας Εφετών,
ΜΠΟΥΓΙΟΥΚΟΣ, Σωτήριος Αντεισαγγελέας Πρωτοδικών,
ΝΟΥΛΗΣ Γεώργιος, Αντεισαγγελέας Πρωτοδικών,
ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ, Ιωάννης Αντεισαγγελέας Πρωτοδικών,
ΠΑΠΑΜΑΤΘΑΙΟΥ, Αντώνιος Εισαγγελέας Πρωτοδικών,
ΣΚΑΦΙΔΑ Αρετή, Εισαγγελέας Πρωτοδικών,
ΣΤΑΥΡΑΤΗ Σπυριδούλα, Αντεισαγγελέας Πρωτοδικών,
ΣΩΤΗΡΟΠΟΥΛΟΥ Ευθυμία, Εισαγγελέας Πρωτοδικών,
ΤΖΑΒΕΛΛΑΣ Κωνσταντίνος, Αντεισαγγελέας Εφετών και
ΦΡΑΓΚΙΑ Χριστιάνα, Αντεισαγγελέας Πρωτοδικών. Υποψήφιοι
για
την
εξελεγκτική επιτροπή Υποψήφιοι
για
την
εξελεγκτική επιτροπή της ΄Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος είναι:
ΚΑΠΑΓΙΑΝΝΗ Ευσταθία, Αντεισαγγελέας Εφετών,
ΝΟΜΙΚΟΣ Δημήτριος, Αντεισαγγελέας Πρωτοδικών,
ΣΠΗΛΙΟΠΟΥΛΟΣ Κωνσταντίνος, Αντεισαγγελέας Εφετών και
ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΥ Παναγιώτης – Δαυΐδ, Εισαγγελέας Πρωτοδικών. Οι
διαφωνούντες στην Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων Οι
τρεις
δικαστικοί
λειτουργοί
που δεν υπέγραψαν την ανακοίνωση της
Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων, ο Εφέτης Παναγιώτης Λυμπερόπουλος και
οι πρόεδροι Πρωτοδικών Χριστόφορος Σεβαστίδης και Χαράλαμπος Σεβαστίδης, δημόσια τοποθετήθηκαν αναπτύσσοντας τις
θέσεις τους τόσο ως προς την
νέα νομοθετική ρύθμιση, όσο και στο περιεχόμενο των ανακοινώσεων των δύο Δικαστών Ενώσεων. Μάλιστα,
οι
Σεβαστίδιδες μία ημέρα πριν την ανακοίνωση της Ένωσης
Δικαστών και Εισαγγελέων,
διαφώνησαν με τη θέση των υπόλοιπων 12 μελών
του Δ.Σ. ως προς τον κατηγορηματικό τρόπο που έλαβαν θέση υπέρ της
συνταγματικότητας της νέας ρύθμισης, ενώ παράλληλα διαφώνησαν και για
τις απόψεις
της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος. Συγκεκριμένα οι Σεβαστίδιδες ανέφεραν: Στην πρόσφατη ανακοίνωσή της η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδας τοποθετήθηκε
σε σχέση με το άρθρο 65 του ν. 4356/2015, που επιτρέπει κατ’ αρχήν την
αποδεικτική αξιοποίηση στοιχείων που δεν έχουν συλλεγεί με νόμιμο τρόπο. Η ανακοίνωση αυτή δίχασε το ίδιο το Δ.Σ., με τις παραιτήσεις 5 εκ των 9 μελών του, γεγονός πρωτοφανές – που ωστόσο δεν μπορεί να σχολιαστεί
παραπάνω από εμάς αφού αφορά τα interna corporis της φίλης δικαστικής
Ένωσης – και στάθηκε αφορμή τόσο για θετική κριτική από τον πρόεδρο του
Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, όσο και για αρνητικά σχόλια από τον υπουργό και τον αναπληρωτή υπουργό Δικαιοσύνης. Οι επιφυλάξεις που διατυπώνονται στην ανακοίνωση, ιδίως ως προς τη
συμβατότητα της νέας διάταξης με το άρθρο 19 παρ. 3 του Συντάγματος,
είναι εύλογες και σαφώς γεννούν προβληματισμό σε νομικό επίπεδο. Δεν
μπορεί επίσης κανείς παρά να αναγνωρίσει την ευαισθησία και το
ενδιαφέρον της Ένωσης Εισαγγελέων, όπως και των άλλων δικαστικών
Ενώσεων, για ζητήματα που άπτονται των ατομικών και κοινωνικών
δικαιωμάτων των πολιτών. Διερωτόμαστε ωστόσο: 1ον) Πόσες άλλες φορές την τελευταία πενταετία αμφισβήτησε τόσο
κατηγορηματικά η Ένωση Εισαγγελέων τη συνταγματική ορθότητα νομικών
επιλογών και κυβερνητικών πρακτικών; Τι θέση πήρε στις κάθε είδους
μισθολογικές και συνταξιοδοτικές αναδρομικές περικοπές που εκ των
υστέρων κρίθηκαν αντισυνταγματικές από τα Δικαστήρια; Στα χαράτσια που
επιβάλλονταν μέσω λογαριασμών της ΔΕΗ; Κατά πόσο η συρρίκνωση
ασφαλιστικών και εργασιακών δικαιωμάτων και η ποινικοποίηση της άσκησης
του συνταγματικού δικαιώματος της απεργίας απασχόλησαν την Ένωση; Ποια η θέση της για την ασυλία που παρείχαν νομοθετικές διατάξεις σε
συγκεκριμένες κατηγορίες επιχειρηματιών και δημοσίων λειτουργών;
Διαμαρτύρεται σήμερα -και δικαιολογημένα- διότι «τροποποιούνται τα
κείμενα των κωδίκων με άσχετα νομοθετήματα, χωρίς την απαιτούμενη
συστηματική και δογματική επεξεργασία». Δεν θυμόμαστε όμως να έλαβε θέση στην εδώ και καιρό «συστηματική» κατάθεση Πράξεων Νομοθετικών
Περιεχομένου που έχουν υποκαταστήσει την ουσιαστική κοινοβουλευτική
συζήτηση κατά προφανή παραβίαση του άρθρου 44 παρ. 1 του Συντάγματος που απαιτεί «έκτακτες περιπτώσεις εξαιρετικά επείγουσας και απρόβλεπτης
ανάγκης». 2ον) Η ευθυγράμμιση ή μη της επίμαχης διάταξης με διατάξεις του
Συντάγματος ή με άλλες υπερνομοθετικής ισχύος ρυθμίσεις της κοινοτικής
νομοθεσίας ή του Διεθνούς Δικαίου θα κριθεί οπωσδήποτε από τα
δικαστήρια. Δεν νομίζουμε ότι συνέτρεχε κανένας λόγος να τοποθετηθεί
προκαταβολικά η Ένωση Εισαγγελέων προεξοφλώντας την τύχη της. Πολύ
περισσότερο μάλιστα που παρέχει ένα όπλο -το μοναδικό πολλές φορές- στα
χέρια των Εισαγγελέων του οικονομικού εγκλήματος, να αποκαλύψουν
υποθέσεις μεγάλης διαφθοράς, να στοιχειοθετήσουν κατηγορίες και να
υποχρεώσουν τους υπαίτιους να λογοδοτήσουν». Παναγιώτης Λυμπερόπουλος Από την πλευρά του ο Εφέτης Παναγιώτης Λυμπερόπουλος, επί όλης της
επίμαχης αντιπαράθεσης θέτει ερωτήματα, ενώ χαρακτηρίζει την σχετική
ανακοίνωση, ως «ερασιτεχνικές προσεγγίσεις, που εξυπηρετούν μόνο
προσωρινές συγκυρίες και όχι το διαχρονικό συμφέρον των πολιτών». Αναλυτικότερα, ο κ. Λυμπερόπουλος αναφέρει: Όταν το σχέδιο νόμου για το σύμφωνο συμβίωσης εισήχθη στη Βουλή για
συζήτηση, προκάλεσε εντύπωση και ερωτηματικά σε πάρα πολλούς συναδέλφους η απουσία του προεδρείου της ΕΔΕ από την συνεδρίαση της ακρόασης των
φορέων στην Διαρκή Επιτροπή Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης και
Δικαιοσύνης. Τι ήθελε να αποφύγει το προεδρείο ;
Δεδομένου μάλιστα ότι
πανηγύριζε τις προηγούμενες ημέρες με ανακοίνωσή του για ορισμένες εκ
των διατάξεων. Και σιωπούσε για κάποιες άλλες, όπως πχ την ανάθεση της
πειθαρχικής διαδικασίας στον πρόεδρο του Αρείου Πάγου, ή την
αντισυνταγματική τροποποίηση που επέφερε το σχέδιο στην διαδικασία
χορήγησης εκπαιδευτικών αδειών στους υπόδικους.
Η σιωπή αυτή διακόπηκε 14 ημέρες μετά την δημοσίευση του νόμου 4356/2015 ΦΕΚ Α΄181/24-12-2015),
όταν εσπευσμένα
ζητήθηκε από τα μέλη του Δ.Σ. να προσυπογράψουν κείμενο ανακοίνωσης με
θέμα το άρθρο 65, που είχε
ήδη διαμορφωθεί και έφερε τις υπογραφές της προέδρου και του γενικού
γραμματέα.
Νέα ερωτηματικά γεννιούνται για την κίνηση αυτή, που αναμφίβολα
σχετίζεται με την από 4.1.2016 ανακοίνωση της Ένωσης Εισαγγελέων και τις απαντήσεις των κ.κ. υπουργού και αναπληρωτή υπουργού ΔΔΑΔ. Ποιος αποφάσισε την σκοπιμότητα της παρέμβασης και με ποια κριτήρια,
ποιος αποφάσισε την επί της ουσίας τοποθέτηση και με ποια επιστημονικά
επιχειρήματα, ποιος αποφάσισε την διατύπωση και φρασεολογία της
ανακοίνωσης, ποιος αποφάσισε το κατεπείγον ; Ποιος είχε την πρωτοβουλία
να αξιολογήσει, δίκην επιθεωρητή, ως εξαίρετους επιλεκτικά κάποιους
συναδέλφους εκ των μελών του Δ.Σ. της ΕΕΕ, σιωπώντας για τους λοιπούς;
Ένα είναι βέβαιο: ότι το Δ.Σ. της ΕΔΕ δεν κλήθηκε να συζητήσει και να
αποφασίσει σχετικά. Δεν συμφώνησα με την έκδοση της ανωτέρω ανακοίνωσης σε δύο επίπεδα:
Πρώτον επί της διαδικασίας γιατί υπήρξε περιφρόνηση από το προεδρείο
προς τα μέλη του Δ.Σ. Παρακάμφθηκε για μια ακόμα φορά η λειτουργία του
συλλογικού οργάνου διοίκησης της ΕΔΕ. Δεύτερον επί της ουσίας:
Η Ελληνική Δικαιοσύνη είναι ο κορυφαίος θεσμός στον οποίον ο Ελληνικός λαός και κάθε πολίτης στηρίζονται για την
προστασία των δικαιωμάτων και την διαχείριση των υποχρεώσεων. Η ΕΔΕ δεν πρέπει
αντιμετωπίζει την Δικαιοσύνη με ερασιτεχνικές
προσεγγίσεις, που εξυπηρετούν μόνο προσωρινές συγκυρίες και όχι το
διαχρονικό συμφέρον των πολιτών. Και όσοι αποφασίζουν να μιλήσουν εκ
μέρους της θα πρέπει να είναι σίγουροι ότι έχουν αντιμετωπίσει τα θέματα με γνώμονα τη διάρκεια και όχι την ευκαιρία. Ιδίως όταν οι θεματικές
άπτονται συνταγματικών αρχών. Και επιπλέον δεν πείθομαι για την
αναγκαιότητα αποσπασματικών νομοθετικών παρεμβάσεων, ιδίως σε Κώδικες
και μάλιστασε εποχές που η ασφάλεια δικαίου είναι απαίτηση και δικαίωμα
των πολιτών και εν τέλει του διαχρονικού νομικού μας πολιτισμού».
Via
συγκρούσεις στους κόλπους...
των δικαστικών Ενώσεων
και των
συνδικαλιστών δικαστών για την επίμαχη
διάταξη που έχει περιληφθεί στο νόμο για την επέκταση του σύμφωνου
ελεύθερης συμβίωσης και
επιτρέπει τη χρήση παρανόμως αποκτηθέντων
αποδεικτικών μέσων (λίστες φοροφυγάδων, καταθετών στο εξωτερικό, κ.λπ.)
που έχει συλλεγεί με παράνομο τρόπο σε υποθέσεις οικονομικών και
φορολογικών εγκλημάτων (σκάνδαλα διαφθοράς). Δηλαδή, η νέα νομοθετική ρύθμιση (άρθρο
65 του Ν. 4356/2015) επιτρέπει
την ελεύθερη κυκλοφορία άγνωστης προελεύσεως λιστών με ονόματα, κατά
κανόνα φερομένων ως φοροφυγάδων, οι οποίες θα αξιοποιούνται αδιακρίτως
για την απόδειξη οικονομικών εγκλημάτων. Διαχρονικά η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος σε ανακοίνωσή της εξέφρασε την
αντίθεσή της στην επίχαμη ρύθμιση και επισήμανε ότι πρόκειται περί
αμφιβόλου συνταγματικότητας διάταξη. Η ανακοίνωση αυτή, αλλά και προσωπικά ο πρόεδρος Ένωσης Εισαγγελέων
Ελλάδος της Κωνσταντίνος Τζαβέλλας και ο γενικός γραμματέας Δημήτριος
Ζημιανίτης,
δέχθηκαν τα
σκληρά πυρά τόσο του υπουργού, όσο και του
αναπληρωτή υπουργού Δικαιοσύνης Νικολάου Παρασκευόπουλου και Δημήτρη
Παπαγγελόπουλου, αντίστοιχα. Ταυτόχρονα, 5 μέλη
του Διοικητικού Συμβουλίου της
εν λόγω Ένωσης
παραιτήθηκαν, λίγες μέρες πριν την διεξαγωγή των εκλογών για την
ανάδειξη νέου Δ.Σ. Οι 5 που παραιτήθηκαν είναι ο αντιπρόεδρος Παρασκευάς
Αδάμης, ο
αναπληρωτής γενικός γραμματέας Γεώργιος
Νούλης, ο ταμίας Ιωάννης
Παναγόπουλος και τα μέλη Ευθυμία Σωτηροπούλου και Αντώνιος
Παπαματθαίου. Στην συνέχεια η Ένωση Δικαστών Εισαγγελέων εξέδωσε εκτενέστατη
ανακοίνωση με την
οποία τάχθηκε απερίφραστα υπέρ της συνταγματικότητας
της επίμαχη ρύθμισης.
Ενδεικτικό, του αρνητικού πρωτοφανούς κλίματος στους κόλπους των
δικαστικών Ενώσεων είναι ότι η
Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων στην
ανακοίνωσή της
χαρακτηρίζει τους 5
εισαγγελείς οι οποίοι παραιτήθηκαν από το Δ.Σ. της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος «εξαίρετους» εισαγγελικούς
λειτουργούς. Την ανακοίνωση της
Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων
υπογράφουν 12
από 15 μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της. Δεν υπέγραψαν την εν λόγω ανακοίνωση
οι Παναγιώτης Λυμπερόπουλος
Εφέτης), Χριστόφορος Σεβαστίδης
(πρόεδρος Πρωτοδικών) και Χαράλαμπος
Σεβαστίδης (πρόεδρος Πρωτοδίκης). Δεν πρέπει να παραληφθεί ότι ο δικηγορικός κόσμος δια του προέδρου της
Ολομέλειας των Δικηγορικών Συλλόγων της χώρας Βασίλη Αλεξανδρή, τάχθηκε
υπέρ της αντισυνταγματικότητας της επίμαχης διάταξης, ενώ τάχθηκε στο
πλευρό του πρόεδρου και γενικού γραμματέας της
Ένωσης Εισαγγελέων
Ελλάδος. Τα νέα πρόσωπα στην
Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος Τα 5 από τα
9 μέλη
της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος που παραιτήθηκαν
αντικαταστάθηκαν προσωρινά μέχρι τις εκλογές του ερχόμενου Φεβρουαρίου
14
και
28 Φεβρουαρίου 2016) που θα αναδειχθεί νέο Διοικητικό
Συμβούλιο. Έτσι, η σύνθεση του νέου Δ.Σ. της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος έχει ως εξής:
Πρόεδρος: Κωνσταντίνος Τζαβέλλας, αντεισαγγελέας Εφετών.
Αντιπρόεδρος: Ευσταθία Καπαγιάννη, αντεισαγγελέας Εφετών.
Γενικός γραμματέας: Δημήτριος Ζημιανίτης, αντεισαγγελέας Εφετών.
Αν. γενικός γραμματέας: Αλεξάνδρα Πίσχοινα, εισαγγελέας Πρωτοδικών.
Ταμίας: Θεοδώρα Μπότσα, εισαγγελέας Πρωτοδικών.
Μέλη: Ανδρέας Κατεβάτης
αντεισαγγελέας Εφετών, Μαρία Πολιτάκη
εισαγγελέας Πρωτοδικών, Γεώργιος Δούβας
εισαγγελέας Πρωτοδικών και
Χαράλαμπος Μαστοραντωνάκης αντεισαγγελέας Πρωτοδικών. Εκλογές στην
Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος Παράλληλα, η Ένωση
Εισαγγελέων Ελλάδος ανακοίνωσε τα ονόματα των
υποψηφίων μελών και της εξελεγκτικής επιτροπής, οι οποίοι θα κατέλθουν
στις προσεχείς εκλογές της Ένωσης, που θα διεξαχθούν 14
και
28
Φεβρουαρίου 2016. Ειδικότερα, υποψήφιοι για το Δ.Σ. είναι οι:
ΑΔΑΜΗΣ Παρασκευάς (Πάρης), Εισαγγελέας Πρωτοδικών,
ΑΣΠΡΟΓΕΡΑΚΑΣ Δημήτριος, Εισαγγελέας Εφετών,
ΔΟΥΒΑΣ Γεώργιος, Εισαγγελέας Πρωτοδικών,
ΕΠΙΓΑΡΙΔΟΥ Θεοδούλη, Αντεισαγγελέας Πρωτοδικών,
ΖΗΜΙΑΝΙΤΗΣ Δημήτριος, Αντεισαγγελέας Εφετών,
ΚΑΛΛΙΔΗΣ Νικόλαος, Αντεισαγγελέας Εφετών,
ΚΑΤΕΒΑΤΗΣ Ανδρέας, Αντεισαγγελέας Εφετών,
ΛΑΛΛΗ Ροζαλία, Αντεισαγγελέας Πρωτοδικών,
ΜΗΤΡΟΥΛΙΑΣ, Δημήτριος Αντεισαγγελέας Εφετών,
ΜΠΟΥΓΙΟΥΚΟΣ, Σωτήριος Αντεισαγγελέας Πρωτοδικών,
ΝΟΥΛΗΣ Γεώργιος, Αντεισαγγελέας Πρωτοδικών,
ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ, Ιωάννης Αντεισαγγελέας Πρωτοδικών,
ΠΑΠΑΜΑΤΘΑΙΟΥ, Αντώνιος Εισαγγελέας Πρωτοδικών,
ΣΚΑΦΙΔΑ Αρετή, Εισαγγελέας Πρωτοδικών,
ΣΤΑΥΡΑΤΗ Σπυριδούλα, Αντεισαγγελέας Πρωτοδικών,
ΣΩΤΗΡΟΠΟΥΛΟΥ Ευθυμία, Εισαγγελέας Πρωτοδικών,
ΤΖΑΒΕΛΛΑΣ Κωνσταντίνος, Αντεισαγγελέας Εφετών και
ΦΡΑΓΚΙΑ Χριστιάνα, Αντεισαγγελέας Πρωτοδικών. Υποψήφιοι
για
την
εξελεγκτική επιτροπή Υποψήφιοι
για
την
εξελεγκτική επιτροπή της ΄Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος είναι:
ΚΑΠΑΓΙΑΝΝΗ Ευσταθία, Αντεισαγγελέας Εφετών,
ΝΟΜΙΚΟΣ Δημήτριος, Αντεισαγγελέας Πρωτοδικών,
ΣΠΗΛΙΟΠΟΥΛΟΣ Κωνσταντίνος, Αντεισαγγελέας Εφετών και
ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΥ Παναγιώτης – Δαυΐδ, Εισαγγελέας Πρωτοδικών. Οι
διαφωνούντες στην Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων Οι
τρεις
δικαστικοί
λειτουργοί
που δεν υπέγραψαν την ανακοίνωση της
Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων, ο Εφέτης Παναγιώτης Λυμπερόπουλος και
οι πρόεδροι Πρωτοδικών Χριστόφορος Σεβαστίδης και Χαράλαμπος Σεβαστίδης, δημόσια τοποθετήθηκαν αναπτύσσοντας τις
θέσεις τους τόσο ως προς την
νέα νομοθετική ρύθμιση, όσο και στο περιεχόμενο των ανακοινώσεων των δύο Δικαστών Ενώσεων. Μάλιστα,
οι
Σεβαστίδιδες μία ημέρα πριν την ανακοίνωση της Ένωσης
Δικαστών και Εισαγγελέων,
διαφώνησαν με τη θέση των υπόλοιπων 12 μελών
του Δ.Σ. ως προς τον κατηγορηματικό τρόπο που έλαβαν θέση υπέρ της
συνταγματικότητας της νέας ρύθμισης, ενώ παράλληλα διαφώνησαν και για
τις απόψεις
της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος. Συγκεκριμένα οι Σεβαστίδιδες ανέφεραν: Στην πρόσφατη ανακοίνωσή της η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδας τοποθετήθηκε
σε σχέση με το άρθρο 65 του ν. 4356/2015, που επιτρέπει κατ’ αρχήν την
αποδεικτική αξιοποίηση στοιχείων που δεν έχουν συλλεγεί με νόμιμο τρόπο. Η ανακοίνωση αυτή δίχασε το ίδιο το Δ.Σ., με τις παραιτήσεις 5 εκ των 9 μελών του, γεγονός πρωτοφανές – που ωστόσο δεν μπορεί να σχολιαστεί
παραπάνω από εμάς αφού αφορά τα interna corporis της φίλης δικαστικής
Ένωσης – και στάθηκε αφορμή τόσο για θετική κριτική από τον πρόεδρο του
Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, όσο και για αρνητικά σχόλια από τον υπουργό και τον αναπληρωτή υπουργό Δικαιοσύνης. Οι επιφυλάξεις που διατυπώνονται στην ανακοίνωση, ιδίως ως προς τη
συμβατότητα της νέας διάταξης με το άρθρο 19 παρ. 3 του Συντάγματος,
είναι εύλογες και σαφώς γεννούν προβληματισμό σε νομικό επίπεδο. Δεν
μπορεί επίσης κανείς παρά να αναγνωρίσει την ευαισθησία και το
ενδιαφέρον της Ένωσης Εισαγγελέων, όπως και των άλλων δικαστικών
Ενώσεων, για ζητήματα που άπτονται των ατομικών και κοινωνικών
δικαιωμάτων των πολιτών. Διερωτόμαστε ωστόσο: 1ον) Πόσες άλλες φορές την τελευταία πενταετία αμφισβήτησε τόσο
κατηγορηματικά η Ένωση Εισαγγελέων τη συνταγματική ορθότητα νομικών
επιλογών και κυβερνητικών πρακτικών; Τι θέση πήρε στις κάθε είδους
μισθολογικές και συνταξιοδοτικές αναδρομικές περικοπές που εκ των
υστέρων κρίθηκαν αντισυνταγματικές από τα Δικαστήρια; Στα χαράτσια που
επιβάλλονταν μέσω λογαριασμών της ΔΕΗ; Κατά πόσο η συρρίκνωση
ασφαλιστικών και εργασιακών δικαιωμάτων και η ποινικοποίηση της άσκησης
του συνταγματικού δικαιώματος της απεργίας απασχόλησαν την Ένωση; Ποια η θέση της για την ασυλία που παρείχαν νομοθετικές διατάξεις σε
συγκεκριμένες κατηγορίες επιχειρηματιών και δημοσίων λειτουργών;
Διαμαρτύρεται σήμερα -και δικαιολογημένα- διότι «τροποποιούνται τα
κείμενα των κωδίκων με άσχετα νομοθετήματα, χωρίς την απαιτούμενη
συστηματική και δογματική επεξεργασία». Δεν θυμόμαστε όμως να έλαβε θέση στην εδώ και καιρό «συστηματική» κατάθεση Πράξεων Νομοθετικών
Περιεχομένου που έχουν υποκαταστήσει την ουσιαστική κοινοβουλευτική
συζήτηση κατά προφανή παραβίαση του άρθρου 44 παρ. 1 του Συντάγματος που απαιτεί «έκτακτες περιπτώσεις εξαιρετικά επείγουσας και απρόβλεπτης
ανάγκης». 2ον) Η ευθυγράμμιση ή μη της επίμαχης διάταξης με διατάξεις του
Συντάγματος ή με άλλες υπερνομοθετικής ισχύος ρυθμίσεις της κοινοτικής
νομοθεσίας ή του Διεθνούς Δικαίου θα κριθεί οπωσδήποτε από τα
δικαστήρια. Δεν νομίζουμε ότι συνέτρεχε κανένας λόγος να τοποθετηθεί
προκαταβολικά η Ένωση Εισαγγελέων προεξοφλώντας την τύχη της. Πολύ
περισσότερο μάλιστα που παρέχει ένα όπλο -το μοναδικό πολλές φορές- στα
χέρια των Εισαγγελέων του οικονομικού εγκλήματος, να αποκαλύψουν
υποθέσεις μεγάλης διαφθοράς, να στοιχειοθετήσουν κατηγορίες και να
υποχρεώσουν τους υπαίτιους να λογοδοτήσουν». Παναγιώτης Λυμπερόπουλος Από την πλευρά του ο Εφέτης Παναγιώτης Λυμπερόπουλος, επί όλης της
επίμαχης αντιπαράθεσης θέτει ερωτήματα, ενώ χαρακτηρίζει την σχετική
ανακοίνωση, ως «ερασιτεχνικές προσεγγίσεις, που εξυπηρετούν μόνο
προσωρινές συγκυρίες και όχι το διαχρονικό συμφέρον των πολιτών». Αναλυτικότερα, ο κ. Λυμπερόπουλος αναφέρει: Όταν το σχέδιο νόμου για το σύμφωνο συμβίωσης εισήχθη στη Βουλή για
συζήτηση, προκάλεσε εντύπωση και ερωτηματικά σε πάρα πολλούς συναδέλφους η απουσία του προεδρείου της ΕΔΕ από την συνεδρίαση της ακρόασης των
φορέων στην Διαρκή Επιτροπή Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης και
Δικαιοσύνης. Τι ήθελε να αποφύγει το προεδρείο ;
Δεδομένου μάλιστα ότι
πανηγύριζε τις προηγούμενες ημέρες με ανακοίνωσή του για ορισμένες εκ
των διατάξεων. Και σιωπούσε για κάποιες άλλες, όπως πχ την ανάθεση της
πειθαρχικής διαδικασίας στον πρόεδρο του Αρείου Πάγου, ή την
αντισυνταγματική τροποποίηση που επέφερε το σχέδιο στην διαδικασία
χορήγησης εκπαιδευτικών αδειών στους υπόδικους.
Η σιωπή αυτή διακόπηκε 14 ημέρες μετά την δημοσίευση του νόμου 4356/2015 ΦΕΚ Α΄181/24-12-2015),
όταν εσπευσμένα
ζητήθηκε από τα μέλη του Δ.Σ. να προσυπογράψουν κείμενο ανακοίνωσης με
θέμα το άρθρο 65, που είχε
ήδη διαμορφωθεί και έφερε τις υπογραφές της προέδρου και του γενικού
γραμματέα.
Νέα ερωτηματικά γεννιούνται για την κίνηση αυτή, που αναμφίβολα
σχετίζεται με την από 4.1.2016 ανακοίνωση της Ένωσης Εισαγγελέων και τις απαντήσεις των κ.κ. υπουργού και αναπληρωτή υπουργού ΔΔΑΔ. Ποιος αποφάσισε την σκοπιμότητα της παρέμβασης και με ποια κριτήρια,
ποιος αποφάσισε την επί της ουσίας τοποθέτηση και με ποια επιστημονικά
επιχειρήματα, ποιος αποφάσισε την διατύπωση και φρασεολογία της
ανακοίνωσης, ποιος αποφάσισε το κατεπείγον ; Ποιος είχε την πρωτοβουλία
να αξιολογήσει, δίκην επιθεωρητή, ως εξαίρετους επιλεκτικά κάποιους
συναδέλφους εκ των μελών του Δ.Σ. της ΕΕΕ, σιωπώντας για τους λοιπούς;
Ένα είναι βέβαιο: ότι το Δ.Σ. της ΕΔΕ δεν κλήθηκε να συζητήσει και να
αποφασίσει σχετικά. Δεν συμφώνησα με την έκδοση της ανωτέρω ανακοίνωσης σε δύο επίπεδα:
Πρώτον επί της διαδικασίας γιατί υπήρξε περιφρόνηση από το προεδρείο
προς τα μέλη του Δ.Σ. Παρακάμφθηκε για μια ακόμα φορά η λειτουργία του
συλλογικού οργάνου διοίκησης της ΕΔΕ. Δεύτερον επί της ουσίας:
Η Ελληνική Δικαιοσύνη είναι ο κορυφαίος θεσμός στον οποίον ο Ελληνικός λαός και κάθε πολίτης στηρίζονται για την
προστασία των δικαιωμάτων και την διαχείριση των υποχρεώσεων. Η ΕΔΕ δεν πρέπει
αντιμετωπίζει την Δικαιοσύνη με ερασιτεχνικές
προσεγγίσεις, που εξυπηρετούν μόνο προσωρινές συγκυρίες και όχι το
διαχρονικό συμφέρον των πολιτών. Και όσοι αποφασίζουν να μιλήσουν εκ
μέρους της θα πρέπει να είναι σίγουροι ότι έχουν αντιμετωπίσει τα θέματα με γνώμονα τη διάρκεια και όχι την ευκαιρία. Ιδίως όταν οι θεματικές
άπτονται συνταγματικών αρχών. Και επιπλέον δεν πείθομαι για την
αναγκαιότητα αποσπασματικών νομοθετικών παρεμβάσεων, ιδίως σε Κώδικες
και μάλιστασε εποχές που η ασφάλεια δικαίου είναι απαίτηση και δικαίωμα
των πολιτών και εν τέλει του διαχρονικού νομικού μας πολιτισμού».
Via
Tags
Slider